Το κείμενο που επέλεξα για να στείλω τις ευχές μου τη φετινή Πρωτοχρονιά, σε αντίθεση με το περσινό, δείχνει μια θετική στάση ζωής. Αφορά το πρότυπο του ιδεώδους ηγέτη όπως αυτό εκφράστηκε ιστορικά στο πρόσωπο του Αντωνίνου του Ευσεβούς, του Ρωμαίου Αυτοκράτορα (138-161 μ.Χ). Το προτρέτο του μας δίνει ο θετός του γιος και επόμενος Αυτοκράτορας, Μάρκος Αυρήλιος (Τα εις εαυτόν, 1.16). Η μαρτυρία του είναι ιδιαίτερα πολύτιμη, μια και τα βιβλία από την Ιστορία του Δίωνα Κάσσιου, που αφορούν την περίοδο βασιλείας του έχουν καταστραφεί. Όπως έχουν καταστραφεί ή είναι ελάχιστες οι πληροφορίες που έχουν σωθεί για τους αυτοκράτορες που πραγμάτωσαν το θαύμα της Ρώμης και καθόρισαν τον χρυσό αιώνα της ανθρωπότητας, σε αντίθεση με την πληθώρα των λεπτομερειών που αφορούν στους άθλιους διαδόχους του Αυγούστου –και των πιο διεστραμμένων, Νέρωνα και Καλλιγούλα, συμπεριλαμβανομένων.
Το μοντέλο διακυβέρνησης άλλαξε όταν τον τελευταίο από τους τυράννους Δομιτιανό διαδέχτηκε, με απόφαση της Συγκλήτου, ο φιλελεύθερος Νέρβας (96-98 μ.Χ) που θέσπισε ένα νέο μοντέλο διαδοχής: τον προηγούμενο Αυτοκράτορα δε θα διαδεχόταν κάποιος εξ αίματος συγγενής αλλά ένας θετός γιος που θα επιλεγόταν με βάση την αξιοσύνη του και τις ικανότητες διακυβέρνησης που είχε επιδείξει σε διάφορα αξιώματα της ρωμαϊκής πολιτείας. Έτσι, ο Νέρβας υιοθέτησε τον Τραϊανό (98-117 μ.Χ), ο Τραϊανός υιοθέτησε τον Αδριανό (117-138), ενώ ο Αδριανός προχώρησε ακόμη περισσότερο και ονομάτισε τους δύο επόμενους Αυτοκράτορες υιοθετώντας τον άριστο όλων, Αντωνίνο τον Ευσεβή (138-161 μ.Χ) με την προϋπόθεση ότι αυτός θα υιοθετούσε τον Μάρκο Αυρήλιο (161-180 μ.Χ). Και μετά έρχεται το χάος καθώς επαναφέρεται η εξ αίματος διαδοχή.
Ένα παρόμοιο μ’ αυτό των Αντωνίνων σύστημα διαδοχής θα εισαγάγει έναν αιώνα αργότερα ο Διοκλητιανός (285-305 μ.Χ) με ευεργετικά για την Αυτοκρατορία αποτελέσματα, αλλά θα ανατραπεί από τον άθλιο Κωνσταντίνο και τους εξίσου άθλιους –με εξαίρεση τον Ιουλιανό- διαδόχους του.
Το κείμενο του Μάρκου το πήρα από την έκδοση των Εις εαυτόν, μτφ Γιώργος Αβραμίδης, εκδ. Θύραθεν, 2008. Εδώ ο Μάρκος σκιαγραφεί τον άμεμπτο χαρακτήρα του θετού του πατέρα, Αντωνίνου του Ευσεβούς, και τον συσχετίζει με τη χρηστή διακυβέρνηση.
«Από τον πατέρα μου διδάχτηκα την ήμερη διάθεση και την απαρασάλευτη επιμονή σε απόψεις δοκιμασμένες∙ τ’ ότι δεν ήταν κενόδοξος και δεν επιζητούσε τις λεγόμενες «τιμές». Τη φιλοπονία του και την επίμονη μελέτη. Την προθυμία του να ακούει πάντα εκείνους που είχαν να πουν κάτι ωφέλιμο για την κοινωνία. Το ότι πρόσφερε στον καθένα ανάλογα με την αξία του, χωρίς να παρεκτρέπεται. Την πείρα του, που τού ‘λεγε πού χρειαζόταν να σφίξει τα σχοινιά και πού να τα χαλαρώσει. Την κατάργηση της παιδεραστίας. Τ ότι μοιραζόταν τα αισθήματα των άλλων, και το ότι δεν υποχρέωνε τους φίλους να δειπνούν μαζί του ή να τον συνοδεύουν στα ταξίδια του. Το ότι δεν άλλαζε στάση απέναντι σε κείνους που για κάποιο λόγο τον ακολούθησαν. Την τάση να είναι ακριβολόγος και επίμονος στα συμβούλια, και να μην παραιτείται πρόωρα από την έρευνα, αρκούμενος σε εύκολες εντυπώσεις. Το ότι διατηρούσε τις φιλίες του: χωρίς να τις βαριέται εύκολα αλλά και χωρίς υπερβολικούς ενθουσιασμούς∙ πάντα αυτάρκης και πάντα ευδιάθετος. Το ότι προνοούσε από καιρό πριν, ακόμα και για το παραμικρό, χωρίς να διεκτραγωδεί καταστάσεις. Τ’ ότι απαγόρεψε τις ζητωκραυγές και κάθε κολακεία προς το πρόσωπό του. Την φροντίδα για όλα τα αναγκαία μέτρα για τη διακυβέρνηση της χώρας, και την υπομονή του όταν κάποιοι τον κατηγορούσαν για φειδωλή διαχείρηση των δημοσίων δαπανών. Το ότι δεν ήταν δεισιδαίμων ούτε δημαγωγός, κόλακας του όχλου και λαϊκιστής, αλλά νηφάλιος και σταθερός στο καθετί, ποτέ ακαλαίσθητος ούτε σώνει και καλά καινοτόμος∙ τα άφθονα υλικά αγαθά που του πρόσφερε η τύχη, τα απολάμβανε χωρίς επίδειξη και χωρίς προφάσεις, με τρόπο ώστε εκείνα που είχε στη διάθεσή του να τα χαίρεται ανυπόκριτα, και για εκείνα που δεν είχε να μη νιώθει στέρηση. Το ότι κανείς δεν μπορούσε να πει γι’ αυτόν ότι ήταν είτε σοφιστής είτε γελωτοποιός είτε σχολαστικός, παρά μόνο ότι ήταν άνδρας ώριμος, τέλειος, ότι δε έπαιρνε από κολακείες και ήξερε να χειριστεί και τις προσωπικές του υποθέσεις και των άλλων∙ και επιπλέον ότι εκτιμούσε τους αληθινούς φιλοσόφους – όσο για τους άλλους ούτε τους πρόσβαλλε ούτε άφηνε να τον επηρεάσουν. Ευχάριστος στις συντροφιές και διασκεδαστικός αλλά όχι υπερβολικά. Φρόντιζε το σώμα του με μέτρο: όχι σαν κάποιος που λατρεύει υπερβολικά τη ζωή ούτε για να δείχνει ωραίος, αλλά τόσο ώστε να ‘χει όσο το δυνατό λιγότερη ανάγκη από γιατρούς και γιατρικά και καταπλάσματα. Πάνω απ’ όλα, το ότι υποχωρούσε, χωρίς ίχνος φθόνου, μπροστά σε ανθρώπους που είχαν κάποια προσωπική ικανότητα, όπως η ευγλωττία ή επιστημονική γνώση των νόμων ή των εθίμων ή άλλων θεμάτων, και τους στήριζε, έτσι που ο καθένας τους να ευδοκιμήσει κατά τα προτερήματά του. Και το ότι όλες οι ενέργειες του ήσαν σύμφωνες με τα πατροπαράδοτα, χωρίς όμως να δίνει την εντύπωση ότι προσπαθεί τεχνηέντως να διαφυλάξει την παράδοση. Κι ακόμη, τ’ ότι δεν ήταν ευμετάβλητος ούτε πήγαινε πέρα-δώθε, παρά έμενε στα ίδια μέρη και στα ίδια πράγματα. Και μετά τους παροξυσμούς της κεφαλαλγίας του, επέστρεφε παρευθύς ανανεωμένος και ακμαίος στις συνηθισμένες του δουλειές. Το ότι δεν είχε παρά ελάχιστα απόρρητα μυστικά, και αυτά μόνο για το δημόσιο συμφέρον. Γνωστικός και μετρημένος στα δημόσια θεάματα, όπως και στις κατασκευές έργων, στις διανομές στο λαό και τα παρόμοια, αποσκοπώντας σ’ εκείνο που έπρεπε να γίνει και όχι στην καλή φήμη που θα του χάριζε το έργο του. Δεν σύχναζε στα λουτρά σε ώρες άσχετες, δεν είχε μανία να χτίζει οικοδομές, δεν επινοούσε καινούρια φαγητά, δεν καταγινόταν με υφάσματα και χρώματα ρούχων, ούτε με την ωραία εμφάνιση των δούλων του. Η στολή του ήταν η ίδια που φορούσε και στο Λώριο, στην έπαυλή του στα πεδινά, και τα υπόλοιπα ρούχα του τα προμηθευόταν από τους υφαντές του Λανούβιου. Θυμάμαι πως φέρθηκε στον τελώνη των Τούσκλων που τον παρακαλούσε για κάτι∙ την όλη συμπεριφορά του: ούτε σκληρός ούτε αδυσώπητος ούτε βιαστικός, ώστε να πει κανείς γι’ αυτόν πως «ιδρωκοπούσε». Συλλογιζόταν το καθετί χωριστά, σαν να είχε όλο το χρόνο στη διάθεσή του, ήρεμα, με τάξη, αποφασιστικά, εναρμονισμένος με τη φύση των πραγμάτων∙ θα του ταίριαζε αυτό που λέγεται για το Σωκράτη, ότι μπορούσε και να απέχει και να απολαμβάνει εκείνα τα πράγματα που οι περισσότεροι δυσκολεύονται να απαρνηθούν αλλά και ενδίδουν στην απόλαυσή τους∙ ενώ το να δείχνεις δύναμη και καρτερικότητα, ακόμη και εγκράτεια –τόσο στην αποχή όσο και στην απόλαυση-, είναι γνώρισμα ανθρώπου με ατόφια και ακατάβλητη ψυχή, όπως φάνηκε και στην περίπτωση της αρρώστιας του Μάξιμου».
Στο επόμενο απόσπασμα (6.30) ο Μάρκος απευθύνεται στο εαυτό του φέρνοντας ως παράδειγμα τον Αντωνίνο:
«Κοίταξε μην παραγίνεις καίσαρας, μην εμποτιστείς μ’αυτό το πνεύμα• γιατί μπορείς να το πάθεις. Κράτησε λοιπόν τον εαυτό σου απλό, καλόψυχο, ακέραιο, σεμνό, απροσποίητο, φιλοδίκαιο, θεοσεβή, καλοπροαίρετο, στοργικό, ακλόνητο στα καθήκοντά του. Προσπάθα να μείνεις ο ίδιος: τέτοιος όπως σε διαμόρφωσε η φιλοσοφία. Σέβου τους θεούς, σώζε τους ανθρώπους. Η ζωή είναι μικρή –και να ποιος είναι ο μοναδικός καρπός της επίγειας ζωής: καθαρότητα της ψυχής και πράξεις για το καλό της κοινωνίας.
Σε όλα να είσαι μαθητής του Αντωνίνου• να ‘χεις τη σταθερότητά του στις πράξεις που υπαγορεύονται από τον ορθό λόγο, και την ισορροπία του σε όλες τις περιστάσεις, την ευλάβεια, τη γλυκύτητα του προσώπου του, το μειλίχιο χαρακτήρα, την έλλειψη ματαιοδοξίας, την προθυμία του να καταλαβαίνει τα πράγματα. Σκέψου πως εκείνος δεν προσπερνούσε τίποτα αν πρώτα δεν το μελετούσε και δεν το καταλάβαινε καλά• πως ανεχόταν όλους εκείνους που άδικα τον κατηγορούσαν, χωρίς ν’ ανταποδίδει τις κατηγόριες. Πως δεν έπαιρνε βιαστικές αποφάσεις για τίποτα και δεν έδινε πίστη σε διαβολές. Με πόση προσοχή ζύγιαζε τους χαρακτήρες των ανθρώπων και τις πράξεις: δίχως να περιπαίζει, δίχως να φοβάται, δίχως καχυποψίες, δίχως σοφιστείες. Σκέψου σε πόσο λίγα πράγματα αρκούνταν –την κατοικία, το στρώμα του, το ρούχο, την τροφή, τους υπηρέτες. Πόσο ήταν φιλόπονος και μακρόθυμος. Ικανός να ασχολείται με το ίδιο πράγμα μέχρι το βράδυ, χάρη στη λιτή διαβίωση, χωρίς να χρειάζεται να βγαίνει για τις σωματικές του ανάγκες παρά μόνο τη συνηθισμένη ώρα. Πιστός και σταθερός στις φιλίες του. Το ότι ανεχόταν όσους διαφωνούσαν μαζί του μιλώντας ανοιχτά, και χαίρονταν αν κάποιος του έδειχνε το καλύτερο. Τ’ ότι ήταν θεοσεβούμενος χωρίς να είναι δεισιδαίμων. Έτσι να είσαι, για να ‘χεις και συ, όπως εκείνος, καθαρή τη συνείδησή σου σαν έρθει η τελευταία σου ώρα».
Το μοντέλο διακυβέρνησης άλλαξε όταν τον τελευταίο από τους τυράννους Δομιτιανό διαδέχτηκε, με απόφαση της Συγκλήτου, ο φιλελεύθερος Νέρβας (96-98 μ.Χ) που θέσπισε ένα νέο μοντέλο διαδοχής: τον προηγούμενο Αυτοκράτορα δε θα διαδεχόταν κάποιος εξ αίματος συγγενής αλλά ένας θετός γιος που θα επιλεγόταν με βάση την αξιοσύνη του και τις ικανότητες διακυβέρνησης που είχε επιδείξει σε διάφορα αξιώματα της ρωμαϊκής πολιτείας. Έτσι, ο Νέρβας υιοθέτησε τον Τραϊανό (98-117 μ.Χ), ο Τραϊανός υιοθέτησε τον Αδριανό (117-138), ενώ ο Αδριανός προχώρησε ακόμη περισσότερο και ονομάτισε τους δύο επόμενους Αυτοκράτορες υιοθετώντας τον άριστο όλων, Αντωνίνο τον Ευσεβή (138-161 μ.Χ) με την προϋπόθεση ότι αυτός θα υιοθετούσε τον Μάρκο Αυρήλιο (161-180 μ.Χ). Και μετά έρχεται το χάος καθώς επαναφέρεται η εξ αίματος διαδοχή.
Ένα παρόμοιο μ’ αυτό των Αντωνίνων σύστημα διαδοχής θα εισαγάγει έναν αιώνα αργότερα ο Διοκλητιανός (285-305 μ.Χ) με ευεργετικά για την Αυτοκρατορία αποτελέσματα, αλλά θα ανατραπεί από τον άθλιο Κωνσταντίνο και τους εξίσου άθλιους –με εξαίρεση τον Ιουλιανό- διαδόχους του.
Το κείμενο του Μάρκου το πήρα από την έκδοση των Εις εαυτόν, μτφ Γιώργος Αβραμίδης, εκδ. Θύραθεν, 2008. Εδώ ο Μάρκος σκιαγραφεί τον άμεμπτο χαρακτήρα του θετού του πατέρα, Αντωνίνου του Ευσεβούς, και τον συσχετίζει με τη χρηστή διακυβέρνηση.
«Από τον πατέρα μου διδάχτηκα την ήμερη διάθεση και την απαρασάλευτη επιμονή σε απόψεις δοκιμασμένες∙ τ’ ότι δεν ήταν κενόδοξος και δεν επιζητούσε τις λεγόμενες «τιμές». Τη φιλοπονία του και την επίμονη μελέτη. Την προθυμία του να ακούει πάντα εκείνους που είχαν να πουν κάτι ωφέλιμο για την κοινωνία. Το ότι πρόσφερε στον καθένα ανάλογα με την αξία του, χωρίς να παρεκτρέπεται. Την πείρα του, που τού ‘λεγε πού χρειαζόταν να σφίξει τα σχοινιά και πού να τα χαλαρώσει. Την κατάργηση της παιδεραστίας. Τ ότι μοιραζόταν τα αισθήματα των άλλων, και το ότι δεν υποχρέωνε τους φίλους να δειπνούν μαζί του ή να τον συνοδεύουν στα ταξίδια του. Το ότι δεν άλλαζε στάση απέναντι σε κείνους που για κάποιο λόγο τον ακολούθησαν. Την τάση να είναι ακριβολόγος και επίμονος στα συμβούλια, και να μην παραιτείται πρόωρα από την έρευνα, αρκούμενος σε εύκολες εντυπώσεις. Το ότι διατηρούσε τις φιλίες του: χωρίς να τις βαριέται εύκολα αλλά και χωρίς υπερβολικούς ενθουσιασμούς∙ πάντα αυτάρκης και πάντα ευδιάθετος. Το ότι προνοούσε από καιρό πριν, ακόμα και για το παραμικρό, χωρίς να διεκτραγωδεί καταστάσεις. Τ’ ότι απαγόρεψε τις ζητωκραυγές και κάθε κολακεία προς το πρόσωπό του. Την φροντίδα για όλα τα αναγκαία μέτρα για τη διακυβέρνηση της χώρας, και την υπομονή του όταν κάποιοι τον κατηγορούσαν για φειδωλή διαχείρηση των δημοσίων δαπανών. Το ότι δεν ήταν δεισιδαίμων ούτε δημαγωγός, κόλακας του όχλου και λαϊκιστής, αλλά νηφάλιος και σταθερός στο καθετί, ποτέ ακαλαίσθητος ούτε σώνει και καλά καινοτόμος∙ τα άφθονα υλικά αγαθά που του πρόσφερε η τύχη, τα απολάμβανε χωρίς επίδειξη και χωρίς προφάσεις, με τρόπο ώστε εκείνα που είχε στη διάθεσή του να τα χαίρεται ανυπόκριτα, και για εκείνα που δεν είχε να μη νιώθει στέρηση. Το ότι κανείς δεν μπορούσε να πει γι’ αυτόν ότι ήταν είτε σοφιστής είτε γελωτοποιός είτε σχολαστικός, παρά μόνο ότι ήταν άνδρας ώριμος, τέλειος, ότι δε έπαιρνε από κολακείες και ήξερε να χειριστεί και τις προσωπικές του υποθέσεις και των άλλων∙ και επιπλέον ότι εκτιμούσε τους αληθινούς φιλοσόφους – όσο για τους άλλους ούτε τους πρόσβαλλε ούτε άφηνε να τον επηρεάσουν. Ευχάριστος στις συντροφιές και διασκεδαστικός αλλά όχι υπερβολικά. Φρόντιζε το σώμα του με μέτρο: όχι σαν κάποιος που λατρεύει υπερβολικά τη ζωή ούτε για να δείχνει ωραίος, αλλά τόσο ώστε να ‘χει όσο το δυνατό λιγότερη ανάγκη από γιατρούς και γιατρικά και καταπλάσματα. Πάνω απ’ όλα, το ότι υποχωρούσε, χωρίς ίχνος φθόνου, μπροστά σε ανθρώπους που είχαν κάποια προσωπική ικανότητα, όπως η ευγλωττία ή επιστημονική γνώση των νόμων ή των εθίμων ή άλλων θεμάτων, και τους στήριζε, έτσι που ο καθένας τους να ευδοκιμήσει κατά τα προτερήματά του. Και το ότι όλες οι ενέργειες του ήσαν σύμφωνες με τα πατροπαράδοτα, χωρίς όμως να δίνει την εντύπωση ότι προσπαθεί τεχνηέντως να διαφυλάξει την παράδοση. Κι ακόμη, τ’ ότι δεν ήταν ευμετάβλητος ούτε πήγαινε πέρα-δώθε, παρά έμενε στα ίδια μέρη και στα ίδια πράγματα. Και μετά τους παροξυσμούς της κεφαλαλγίας του, επέστρεφε παρευθύς ανανεωμένος και ακμαίος στις συνηθισμένες του δουλειές. Το ότι δεν είχε παρά ελάχιστα απόρρητα μυστικά, και αυτά μόνο για το δημόσιο συμφέρον. Γνωστικός και μετρημένος στα δημόσια θεάματα, όπως και στις κατασκευές έργων, στις διανομές στο λαό και τα παρόμοια, αποσκοπώντας σ’ εκείνο που έπρεπε να γίνει και όχι στην καλή φήμη που θα του χάριζε το έργο του. Δεν σύχναζε στα λουτρά σε ώρες άσχετες, δεν είχε μανία να χτίζει οικοδομές, δεν επινοούσε καινούρια φαγητά, δεν καταγινόταν με υφάσματα και χρώματα ρούχων, ούτε με την ωραία εμφάνιση των δούλων του. Η στολή του ήταν η ίδια που φορούσε και στο Λώριο, στην έπαυλή του στα πεδινά, και τα υπόλοιπα ρούχα του τα προμηθευόταν από τους υφαντές του Λανούβιου. Θυμάμαι πως φέρθηκε στον τελώνη των Τούσκλων που τον παρακαλούσε για κάτι∙ την όλη συμπεριφορά του: ούτε σκληρός ούτε αδυσώπητος ούτε βιαστικός, ώστε να πει κανείς γι’ αυτόν πως «ιδρωκοπούσε». Συλλογιζόταν το καθετί χωριστά, σαν να είχε όλο το χρόνο στη διάθεσή του, ήρεμα, με τάξη, αποφασιστικά, εναρμονισμένος με τη φύση των πραγμάτων∙ θα του ταίριαζε αυτό που λέγεται για το Σωκράτη, ότι μπορούσε και να απέχει και να απολαμβάνει εκείνα τα πράγματα που οι περισσότεροι δυσκολεύονται να απαρνηθούν αλλά και ενδίδουν στην απόλαυσή τους∙ ενώ το να δείχνεις δύναμη και καρτερικότητα, ακόμη και εγκράτεια –τόσο στην αποχή όσο και στην απόλαυση-, είναι γνώρισμα ανθρώπου με ατόφια και ακατάβλητη ψυχή, όπως φάνηκε και στην περίπτωση της αρρώστιας του Μάξιμου».
Στο επόμενο απόσπασμα (6.30) ο Μάρκος απευθύνεται στο εαυτό του φέρνοντας ως παράδειγμα τον Αντωνίνο:
«Κοίταξε μην παραγίνεις καίσαρας, μην εμποτιστείς μ’αυτό το πνεύμα• γιατί μπορείς να το πάθεις. Κράτησε λοιπόν τον εαυτό σου απλό, καλόψυχο, ακέραιο, σεμνό, απροσποίητο, φιλοδίκαιο, θεοσεβή, καλοπροαίρετο, στοργικό, ακλόνητο στα καθήκοντά του. Προσπάθα να μείνεις ο ίδιος: τέτοιος όπως σε διαμόρφωσε η φιλοσοφία. Σέβου τους θεούς, σώζε τους ανθρώπους. Η ζωή είναι μικρή –και να ποιος είναι ο μοναδικός καρπός της επίγειας ζωής: καθαρότητα της ψυχής και πράξεις για το καλό της κοινωνίας.
Σε όλα να είσαι μαθητής του Αντωνίνου• να ‘χεις τη σταθερότητά του στις πράξεις που υπαγορεύονται από τον ορθό λόγο, και την ισορροπία του σε όλες τις περιστάσεις, την ευλάβεια, τη γλυκύτητα του προσώπου του, το μειλίχιο χαρακτήρα, την έλλειψη ματαιοδοξίας, την προθυμία του να καταλαβαίνει τα πράγματα. Σκέψου πως εκείνος δεν προσπερνούσε τίποτα αν πρώτα δεν το μελετούσε και δεν το καταλάβαινε καλά• πως ανεχόταν όλους εκείνους που άδικα τον κατηγορούσαν, χωρίς ν’ ανταποδίδει τις κατηγόριες. Πως δεν έπαιρνε βιαστικές αποφάσεις για τίποτα και δεν έδινε πίστη σε διαβολές. Με πόση προσοχή ζύγιαζε τους χαρακτήρες των ανθρώπων και τις πράξεις: δίχως να περιπαίζει, δίχως να φοβάται, δίχως καχυποψίες, δίχως σοφιστείες. Σκέψου σε πόσο λίγα πράγματα αρκούνταν –την κατοικία, το στρώμα του, το ρούχο, την τροφή, τους υπηρέτες. Πόσο ήταν φιλόπονος και μακρόθυμος. Ικανός να ασχολείται με το ίδιο πράγμα μέχρι το βράδυ, χάρη στη λιτή διαβίωση, χωρίς να χρειάζεται να βγαίνει για τις σωματικές του ανάγκες παρά μόνο τη συνηθισμένη ώρα. Πιστός και σταθερός στις φιλίες του. Το ότι ανεχόταν όσους διαφωνούσαν μαζί του μιλώντας ανοιχτά, και χαίρονταν αν κάποιος του έδειχνε το καλύτερο. Τ’ ότι ήταν θεοσεβούμενος χωρίς να είναι δεισιδαίμων. Έτσι να είσαι, για να ‘χεις και συ, όπως εκείνος, καθαρή τη συνείδησή σου σαν έρθει η τελευταία σου ώρα».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου