Σε λίγο και στην Ελλάδα θα γίνει πραγματικότητα η καύση των νεκρών. Πρόσφατα επίσης συζητήθηκε και εδώ, με αφορμή μια περίπτωση στην Ιταλία, το θέμα της ευθανασίας. Δε θέλω εδώ να εξετάσω τους λόγους για τους οποίους κάποιος συμφωνεί ή διαφωνεί -εγώ πάντως συμφωνώ- αλλά θα ήθελα να προχωρήσω πέρα απ’αυτό και να τοποθετηθώ σε καθαρά ιδεολογική βάση.
Όπως αναμενόταν και τα δυο θέματα προκάλεσαν την αντίδραση της εκκλησίας και δικαίως, άλλωστε -γιατί το διακύβευμα εδώ είναι η ίδια η ύπαρξη του χριστιανισμού, της εξουσίας και της ιδεολογίας που αυτός επέβαλε και που τρίζει τώρα συθέμελα. Θα με ρωτήσετε τώρα αν αυτό είναι καλό ή κακό -εγώ νομίζω καλό, όχι μόνο γιατί είμαι εκ πεποιθήσεως εναντίον γενικά όλων των θρησκειών αλλά και ειδικότερα γιατί ο χριστιανισμός είχε ήδη προκαλέσει το θάνατο του αρχαίου κόσμου, του πιο εξελιγμένου ανθρώπινου πολιτισμού που υπήρξε ποτέ, και ο δικός του ο θάνατος τώρα είναι μια μορφή δικαιοσύνης.
Ο θάνατος αυτός κρατάει αρκετούς αιώνες, από την Αναγέννηση, τότε που τα λείψανα του αρχαίου κόσμου οδήγησαν στην ανάσταση του ανθρώπου, και αυτό που βλέπουμε σήμερα είναι ο επιθανάτιος ρόγχος του, που ίσως διαρκέσει λίγους αιώνες ακόμα. Τότε ίσως μπορέσουμε να ξαναπιάσουμε το νήμα του πολιτισμού όπως το αφήσαμε πίσω στο 2ο αι., τον χρυσό αιώνα της ανθρωπότητας, γιατί η ανθρώπινη πρόοδος στον ιδεολογικό τομέα μπορεί να οριστεί μόνο ως επιστροφή στο παρελθόν. Σήμερα, είμαστε στο ίδιο σημείο που ο Λουκρήτιος περιέγραψε αιώνες πριν στο Περί της Φύσεως των Πραγμάτων:
Χάμω σερνόταν μπροστά στα μάτια όλων, ατιμασμένη η ανθρώπινη ζωή, πλακωμένη από το βάρος της θρησκείας που απ’ τα ουράνια πρόβαλλε την τρομερή της όψη και απειλούσε τους θνητούς. Τότε, πρώτος ένας Έλληνας [ο Επίκουρος] τόλμησε να υψώσει τα μάτια του τα θνητά καταπάνω της και να της αντισταθεί. Αυτόν δε τον σταμάτησαν οι κεραυνοί μήτε το απειλητικό μουρμουρητό τ’ ουρανού μήτε τα παραμύθια των θεών. Ίσα ίσα, που δυνάμωσαν το θάρρος της ψυχής του και τη θέληση να αποτινάξει, πρώτος αυτός, τις κλειδωνιές που σφράγιζαν τα μυστικά της φύσης. Κι η ζωντανή ορμή τού νου θριάμβευσε και διάβηκε τους φλογισμένους φράχτες τ’ ουρανού, και περπάτησε το απέραντο Σύμπαν με λογισμό και πνεύμα. Και μας ξανάρθε νικητής για να μας πει τι μπορεί να γενεί και τι όχι, και πως ορίζεται, με νόμους ακλόνητους, η δύναμη στο κάθε τι. Έτσι, με τη σειρά της, ποδοπατημένη συντρίβεται η θρησκεία, κι εμάς η νίκη του μας υψώνει στα ουράνια.
[Σκέψεις που τριγύριζαν στο μυαλό μου καιρό και που εντάθηκαν βλέποντας χθες, 15/2, στην ΕΤ1 την ταινία του Ken Loach, τον τίτλο της οποίας δεν τον συγκράτησα -μπορεί κανείς να μου τον θυμίσει;]
Όπως αναμενόταν και τα δυο θέματα προκάλεσαν την αντίδραση της εκκλησίας και δικαίως, άλλωστε -γιατί το διακύβευμα εδώ είναι η ίδια η ύπαρξη του χριστιανισμού, της εξουσίας και της ιδεολογίας που αυτός επέβαλε και που τρίζει τώρα συθέμελα. Θα με ρωτήσετε τώρα αν αυτό είναι καλό ή κακό -εγώ νομίζω καλό, όχι μόνο γιατί είμαι εκ πεποιθήσεως εναντίον γενικά όλων των θρησκειών αλλά και ειδικότερα γιατί ο χριστιανισμός είχε ήδη προκαλέσει το θάνατο του αρχαίου κόσμου, του πιο εξελιγμένου ανθρώπινου πολιτισμού που υπήρξε ποτέ, και ο δικός του ο θάνατος τώρα είναι μια μορφή δικαιοσύνης.
Ο θάνατος αυτός κρατάει αρκετούς αιώνες, από την Αναγέννηση, τότε που τα λείψανα του αρχαίου κόσμου οδήγησαν στην ανάσταση του ανθρώπου, και αυτό που βλέπουμε σήμερα είναι ο επιθανάτιος ρόγχος του, που ίσως διαρκέσει λίγους αιώνες ακόμα. Τότε ίσως μπορέσουμε να ξαναπιάσουμε το νήμα του πολιτισμού όπως το αφήσαμε πίσω στο 2ο αι., τον χρυσό αιώνα της ανθρωπότητας, γιατί η ανθρώπινη πρόοδος στον ιδεολογικό τομέα μπορεί να οριστεί μόνο ως επιστροφή στο παρελθόν. Σήμερα, είμαστε στο ίδιο σημείο που ο Λουκρήτιος περιέγραψε αιώνες πριν στο Περί της Φύσεως των Πραγμάτων:
Χάμω σερνόταν μπροστά στα μάτια όλων, ατιμασμένη η ανθρώπινη ζωή, πλακωμένη από το βάρος της θρησκείας που απ’ τα ουράνια πρόβαλλε την τρομερή της όψη και απειλούσε τους θνητούς. Τότε, πρώτος ένας Έλληνας [ο Επίκουρος] τόλμησε να υψώσει τα μάτια του τα θνητά καταπάνω της και να της αντισταθεί. Αυτόν δε τον σταμάτησαν οι κεραυνοί μήτε το απειλητικό μουρμουρητό τ’ ουρανού μήτε τα παραμύθια των θεών. Ίσα ίσα, που δυνάμωσαν το θάρρος της ψυχής του και τη θέληση να αποτινάξει, πρώτος αυτός, τις κλειδωνιές που σφράγιζαν τα μυστικά της φύσης. Κι η ζωντανή ορμή τού νου θριάμβευσε και διάβηκε τους φλογισμένους φράχτες τ’ ουρανού, και περπάτησε το απέραντο Σύμπαν με λογισμό και πνεύμα. Και μας ξανάρθε νικητής για να μας πει τι μπορεί να γενεί και τι όχι, και πως ορίζεται, με νόμους ακλόνητους, η δύναμη στο κάθε τι. Έτσι, με τη σειρά της, ποδοπατημένη συντρίβεται η θρησκεία, κι εμάς η νίκη του μας υψώνει στα ουράνια.
[Σκέψεις που τριγύριζαν στο μυαλό μου καιρό και που εντάθηκαν βλέποντας χθες, 15/2, στην ΕΤ1 την ταινία του Ken Loach, τον τίτλο της οποίας δεν τον συγκράτησα -μπορεί κανείς να μου τον θυμίσει;]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου