Σήμερα πήγα εκκλησία! Έκπληξη;
Όχι, αν κατανοείς ότι υπαρχουν και κοινωνικές υποχρεώσεις που κάποιες φορές
καθιστούν την παρουσία μας σ’ ένα χώρο λατρείας υποχρεωτική. Καθώς όμως είχα
καιρό να πάω, κοιτούσα με περιέργεια –την περιέργεια του γνωστού-άγνωστου- γύρω
μου, με το μάτι μου να καρφώνεται στη ζωγραφιά του Αρχάγγελου Γαβριήλ σε μια
από τις πόρτες του ιερού. Η ασώματη θέληση του Θεού με σάρκα και οστά! Εκ
πρώτης ακούγεται παρανοϊκό, όχι όμως αν γνωρίζεις την άνεση με την οποία ο
χριστιανισμός κινείται από το σώμα στο πνεύμα, από το συγκεκριμένο στο
αφηρημένο, από την ιστορία στη φαντασία. Και η άνεση αυτή οφείλεται
αποκλειστικά σ’ εναν και μόνο άνθρωπο: τον Απόστολο Παύλο.
Ήταν ευτυχής συγκυρία που η περικοπή
από την Προς Ρωμαίους επιστολή (στ’ 18-23) που διαβάστηκε σήμερα μου δίνει ένα
εξαίρετο παράδειγμα για να εξηγήσω τι εννοώ. Το κήρυγμα του μητροπολίτη (που κι
αυτό διαβάστηκε επίσης) αναφέρθηκε στην επιστολή που γράφτηκε για τους
χριστιανούς (!) της Ρώμης. Όλοι γνωρίζουμε βέβαια από την ιστορία ότι ο Παύλος
απηύθυνε τις επιστολές του αρχικά στις εβραϊκές κοινότητες της Ρωμαϊκής
Αυτοκρατορίας, κι αυτό γιατί εκεί μπορούσαν να τον καταλάβουν. Μόνο οι Εβραίοι
διέθεταν εκείνο το πολιτισμικό υπόβαθρο ώστε να μπορέσει να εισακουστεί και να
γίνει κατανοητός. Ο στόχος του Παύλου ήταν διττός. Από τη μια να συνδέσει τον
εβραϊκό Νόμο (Παλαιά Διαθήκη) με το λόγο των Ευαγγελίων (Καινή Διαθήκη) και από
την άλλη να απευθυνθεί σε ένα ακροατήριο εκτός των Εβραίων. Έτσι, η εβραϊκή
ιστορία μπορεί να γίνει παναθρώπινη, η συγκεκριμένη πραγματικότητα να γίνει
αφηρημένη. Ο τρόπος με τον οποίο το επιτυγχάνει είναι αυτό που ο Erich Aurbach ονομάζει μεταφορικό
λόγο (στο εξαίρετο δοκίμιό του ‘Figura’).
Στη σημερινή περικοπή ο Παύλος
μιλάει για το σεξ (‘ασθένεια τη σαρκός’ το ονομάζει). Προκειμένου να κάνει τη
μετάβαση–μεταφορά από το σωματικό στο πνευματικό είναι απαραίτητο να
πραγματοποιήσει το άλμα από την ιστορία στη φαντασία (τον όρο φαντασία δεν τον
χρησιμοποιώ υποτιμητικά, εννοώ το νου, τη διανόηση, την επιστήμη). Με βάση
λοιπόν τον αξιακό κώδικα της εποχής του που ορίζεται από το αντιθετικό δίπολο
ελεύθερος/δούλος, μιλάει για την απελευθέρωση από τη δουλεία της ανθρώπινης
αμαρτίας και για την υποδούλωση στη θεία δικαιοσύνη, για τη μετάβαση από μια
ψευδεπίγραφη ελευθερία στην αληθινή ελευθερία.
Οι μετωνυμίες ζαλίζουν: το σεξ
γίνεται "ασθένεια της σαρκός" που γίνεται "αμαρτία" που, στη μετάφραση της Αποστολικής Διακονίας, γίνεται "φυσική αδυναμία" που στο κήρυγμα του ιερέα γίνεται κάθε
είδους "άνομη πράξη", από το να σκοτώσεις μια μύγα μέχρι να μιλάς στο κινητό εν
ώρα θείας λειτουργίας. Για ένα όμως είμαστε σίγουροι∙ η σημερινή χριστιανική
εκκλησία είναι πιστή στον τρόπο του Απόστολου Παύλου: η μεταφορά της μεταφοράς,
ω μεταφορά! Τελικά, όπως επισημαίνει και ο Aurbach, o Παύλος είναι ο πρώτος στη δυτική σκέψη
που εντοπίζει και χρησιμοποιεί εξαιρετικά αυτή την εγγενή ιδιότητα της γλώσσας
να δημιουργεί μεταφορές επί μεταφορών, τρόπους επί τρόπων, και έτσι να
διολισθαίνει και να γλιστράει στο άπειρο συνεχώς. Η γλώσσα από μόνη της, όπως θα
έλεγε και ο Barthes, είναι
δαιμονική άσχετα αν χρησιμοποιήθηκε και χρησιμοποιείται για να εκφράσει και το
λόγο του Θεού ενίοτε.